Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

«Ο Θαυματουργός, καν, τέθνηκε Σπυρίδων, του θαυματουργείν ουκ έληξεν εισέτι»



Ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Σπυρίδων, επίσκοπος Τριμυθούντος ο Θαυματουργός, έζησε τον 4ο αιώνα στην Κύπρο. Ήταν βοσκός στο επάγγελμα, έγγαμος και πατέρας μίας κόρης, της Ειρήνης. Ξεχώριζε για την πίστη του στο Θεό, την αγάπη του για τον άνθρωπο, την απλότητα, την ταπείνωση, την φιλοξενία και τις αγαθοεργίες του. Όταν πέθανε η γυναίκα του, ο Σπυρίδων αφιέρωσε πλέον τη ζωή του ολοκληρωτικά στο Θεό. Χωρίς να το επιδιώξει απέκτησε φήμη στη μεγαλόνησο και όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της πόλης της Τριμυθούντος, κοντά στη Σαλαμίνα, ομόφωνα οι πιστοί εξέλεξαν τον Σπυρίδωνα ως διάδοχό του.
Παρά την τιμή και το αξίωμα ο ταπεινός βοσκός δεν άλλαξε καθόλου την βιοτή του: φορούσε πάντα τα ίδια φτωχά ρούχα, τον ίδιο σκούφο από πλεγμένα φοινικόφυλλα. Παντού πήγαινε με τα πόδια, βοηθούσε στις γεωργικές εργασίες και, όπως πριν, φυλούσε το κοπάδι του. Μια νύχτα μπήκαν στο μαντρί του ληστές για να κλέψουν πρόβατα. Όταν όμως επιχείρησαν να βγούνε με τη λεία τους ένιωσαν μια αόρατη δύναμη να τους ακινητοποιεί. Το πρωί ο Άγιος τους βρήκε και εκείνοι, καταντροπιασμένοι, του διηγήθηκαν τι τους είχε συμβεί. Ο Σπυρίδων τους απάλλαξε από τα δεσμά, τους νουθέτησε και τους δώρησε δύο κριάρια, «για τον κόπο της αγρυπνίας», όπως χαρακτηριστικά τους είπε.
 Αυστηρός με τον εαυτό του και γεμάτος αγάπη με τους συνανθρώπους του ο Σπυρίδων απέκτησε παρρησία ενώπιον του Θεού και έκανε πλήθος θαυμάτων. Όταν  φοβερή ξηρασία έπληξε την Κύπρο, ο Άγιος με την προσευχή του έφερε βροχή, κάνοντας το χώμα γόνιμο. Κάποιοι πλούσιοι είχαν αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες σιταριού για να τις πουλήσουν ακριβά, εκμεταλλευόμενοι τον λιμό. Οι προσευχές του Αγίου γκρέμισαν τις σιταποθήκες τους και το σιτάρι μοιράστηκε δίκαια στο λαό. Ως άλλος Μωυσής μεταμόρφωσε ένα φίδι σε χρυσάφι για να βοηθήσει έναν φτωχό. Κι όταν αντιμετωπίσθηκε η ανάγκη, επανέφερε το φίδι στην προτέρα του κατάσταση, δοξάζοντας το Θεό. Πάντα πρόθυμος να συνδράμει τους δεινοπαθούντες, πήγε να ελευθερώσει έναν άντρα που είχε καταδικασθεί σε θάνατο. Καθώς προχωρούσε, βρέθηκε μπροστά σε ένα ποτάμι που τα ορμητικά νερά του τού έκοβαν το δρόμο. Ο άγιος προσευχήθηκε και το νερό σταμάτησε για να περάσει ο Σπυρίδων χωρίς να βρέξει τα πόδια του.
Ο Χριστός ενεργούσε μέσα του δια του Αγίου Πνεύματος και του έδωσε εξουσία και επάνω στον θάνατο. Μετά από παράκληση μιας γυναίκας βαρβαρικής καταγωγής, ο Άγιος ανέστησε το νεκρό βρέφος της που η ίδια είχε εναποθέσει στα πόδια της. Κι όταν εκείνη, από τη συγκίνηση, απέμεινε νεκρή, ο Άγιος ανέστησε  και την ίδια. Όταν πέθανε η κόρη του Ειρήνη, πριν προλάβει να φανερώσει σε κάποια γυναίκα πού είχε κρύψει τον θησαυρό που της είχε εμπιστευθεί, ο Άγιος έσκυψε πάνω στον τάφο και ρώτησε την νεκρή κόρη του πού ήταν ο θησαυρός. Κι εκείνη, αφού του απάντησε, επέστρεψε στη σιωπή του θανάτου.
Η αρετή του φώτιζε τους ανθρώπους και τους έκανε να μετανοούν για τις αμαρτίες τους. Μία αμαρτωλή γυναίκα έπεσε στα πόδια του ανθρώπου του Θεού και τα έλουσε με τα δάκρυά της, όπως η πόρνη του Ευαγγελίου. Ο Άγιος την συμπόνεσε , την σήκωσε και της είπε τον λόγο του Κυρίου «αφέωνταί σου αι αμαρτίαι», βοηθώντας την να ξεκινήσει μία νέα ζωή.
Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο που συγκάλεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος στη Νίκαια, το 325 μ. Χ., ο Άγιος ανέλυσε ένα κεραμίδι στα στοιχεία του, τη φωτιά, το νερό και το χώμα, δείχνοντας ότι τα τρία στοιχεία είναι ταυτόχρονα ένα ενιαίο σώμα. Έτσι απέδειξε την Τριαδικότητα του Θεού, ότι είναι  δηλαδή « Ένας Θεός εν τρισί Προσώποις», καταισχύνοντας τον αιρεσιάρχη Άρειο και έναν φιλόσοφο οπαδό του, ο οποίος επέστρεψε στην Ορθοδοξία.
 Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, ο γιος του Κωνστάντιος, ήταν φίλα προσκείμενος στον Αρειανισμό. Ενώ βρισκόταν στην Αντιόχεια αρρώστησε σοβαρά, χωρίς ελπίδα να γιατρευθεί. Μετά από όραμα του αυτοκράτορα, ο Άγιος εκλήθη στο ανάκτορο μαζί με τον μαθητή του Άγιο Τριφύλλιο. Μόλις έφθασε στο προσκέφαλο του βασιλιά, τον θεράπευσε από την σωματική ασθένεια, εφιστώντας του την προσοχή για την ψυχική του υγεία, η οποία κινδύνευε από την λοιμική των αιρέσεων. Ο αυτοκράτορας τον γέμισε δώρα και χρυσό, που ο Άγιος μοίρασε στο λαό του στην Κύπρο.
Ο Άγιος ζούσε  με την προσδοκία της μελλούσης ζωής. Τελούσε συνεχώς τη Θεία Λειτουργία σα να βρισκόταν ήδη ενώπιον του θρόνου του Θεού, μαζί με τους χορούς των Αγγέλων και των Αγίων. Μία ημέρα, την ώρα που λειτουργούσε, χωρίς να υπάρχουν  πιστοί, είπε το «Ειρήνη πάσι», και ο υποτακτικός του άκουσε την φωνή του χορού των Αγγέλων να απαντά «Και τω πνεύματί σου». Η προσευχή του ήταν συνεχής. Κάποτε, μάλιστα, το καντήλι στο ναό πήγαινε να σβήσει από έλλειψη ελαίου. Και τότε ο Άγιος ζήτησε από το Θεό να ευλογήσει και η καντήλα ξεχείλισε. Το λάδι που συγκεντρώθηκε φώτισε το ναό για πολλές μέρες.
Ο Άγιος παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο στις 12 Δεκεμβρίου 348, σε ηλικία 78 ετών. Αυτή την ημέρα η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του.
Το σκήνωμά του παρέμεινε άφθαρτο, πλην της δεξιάς χειρός του. Μέχρι τον 7ο αιώνα παρέμεινε στην Κύπρο. Κατόπιν, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ρώσος περιηγητής Αντώνιος Novgorod, ο οποίος έγραψε περί το 1200, αναφέρει ότι είδε το λείψανο στη μονή της Υ.Θ. Οδηγητρίας. Πρόκειται περί της γυναικείας μονής «τῆς Θεοτόκου τῆς Κεχαριτωμένης».
Αργότερα μεταφέρθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Πρώτη σχετική μαρτυρία έχουμε του Στεφάνου Novgorod περί το 1350. Τέλος, την ημέρα της μνήμης του Αγίου Σπυρίδωνος, στις 12 Δεκεμβρίου του έτους 1452, λίγους μήνες πριν την Άλωση, τελέσθηκε στο ναό της του Θεού Σοφίας πανηγυρική Θεία Λειτουργία, για την ένωση των Εκκλησιών, προεξάρχοντος του παπικού Λεγάτου, του λατινοφρονήσαντος στη Φλωρεντία, Αρχιεπισκόπου Κιέβου καρδιναλίου Ισιδώρου. Κατά την τελετή «το λείψανον του Αγίου Σπυρίδωνος, του οποίου εωρτάζετο η μνήμη, περιήγετο εν πομπή» (Α. Κύρου, Βησσαρίων ο Έλλην, τ. Β΄, Αθήναι 1947, σ. 13). 
Το 1453 αμέσως μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως μεταφέρθηκε μαζί με το Ιερό λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, από τον ιερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη, μέσω Θράκης, Μακεδονίας και Ηπείρου καταλήγοντας στην Κέρκυρα το έτος 1456.
Στην Κέρκυρα αρχικώς τα λείψανα τοποθετήθηκαν στο ναό του Αγίου Αθανασίου. Τα παιδιά του Γεωργίου Καλοχαιρέτη Μάρκος, Λουκάς και Φίλιππος κληρονόμησαν τα λείψανα. Ο Μάρκος δώρισε το μερίδιό του, δηλ. το λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, το 1483 στη κερκυραϊκή κοινότητα. Το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος έλαβαν ο Λουκάς και ο Φίλιππος. Επιθυμία των δύο κληρονόμων ήταν να το μεταφέρουν από την Κέρκυρα, αλλά οι επίμονες αντιδράσεις των Κερκυραίων ανέκοψαν τα σχέδιά τους. Τούτοι μεταβίβασαν τα δικαιώματά τους στην θυγατέρα του Φιλίππου Ασημίνα. Αυτή, όταν το 1520 παντρεύτηκε τον Σταματέλλο Βούλγαρη, πρόσφερε σ’ αυτόν ως προίκα το ιερό λείψανο. Έκτοτε έως το 1925 ανήκε στην κυριότητα της οικογένειας Βούλγαρη.
Το λείψανο μεταφέρθηκε για λίγο χρονικό διάστημα στον καθεδρικό ναό του Ταξιάρχου Μιχαήλ στο Καμπιέλο. Το έτος 1528 ο Σταματέλλος Βούλγαρης έκτισε ναό του Αγίου στο Προάστιο του Αγίου Ρόκου και το λείψανο μεταφέρθηκε εκεί. Κατά την πρώτη πολιορκία της Κέρκυρας από τους Τούρκους το 1537 μεταφέρθηκε προσωρινά στο ναό των Αγίων Αναργύρων στο Παλαιό Φρούριο. Μετά την πολιορκία επανήλθε στο ναό του. Το έτος 1577 λόγω οχυρωματικών έργων αποφασίστηκε η κατεδάφιση του ναού. Τότε το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος μεταφέρθηκε προσωρινά στο ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων στη Γαρίτσα. Το 1589 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του σημερινού ναού, ο οποίος ολοκληρώθηκε πιθανώς το 1594. Από τότε το λείψανο μεταφέρθηκε εκεί και παραμένει μέχρι σήμερα.
Το έτος 1967 δια Προεδρικού Διατάγματος ο ιερός ναός του Αγίου Σπυρίδωνος πόλεως Κερκύρας αναγνωρίστηκε επισήμως ως ίδιον Ν.Π.Δ.Δ., υπό την επωνυμία «Ιερόν Προσκύνημα Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας».
 Το νησί ξεπέρασε πολλές δοκιμασίες χάρις στον Άγιο. Τέσσερις φορές η βενετοκρατούμενη Κέρκυρα σώθηκε είτε από ασθένειες, είτε από την πείνα είτε από την επιδρομή των Τούρκων. Ειδικότερα, το 1553 ο Άγιος έσωσε το νησί από την πείνα (σιτοδεία). Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία του Μεγάλου Σαββάτου. Το 1630 απάλλαξε το νησί από την πανώλη. Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία της Κυριακής των Βαϊων. Το 1673 παρενέβη και πάλι και έσωσε για δεύτερη φορά την Κέρκυρα από την πανώλη. Για το λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία κάθε πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου (Πρωτοκύριακο). Τέλος, το 1716 απάλλαξε το νησί από την πολιορκία των Τούρκων. Για τον λόγο αυτό καθιερώθηκε η λιτανεία της 11ης Αυγούστου.
Εξάλλου, το 1718 ο Άγιος με θαυμαστό τρόπο απέτρεψε τον Βενετό διοικητή Ανδρέα Πιζάνη από το να οικοδομήσει λατινικό αλτάριο στο ναό. Η ανάμνηση του θαύματος εορτάζεται κάθε χρόνο στις 12 Νοεμβρίου.
Ο Άγιος επιτέλεσε πολλά θαύματα και στους ανθρώπους. Χαρακτηριστική ήταν η θεραπεία του Θεοδώρου, εμπόρου από την Ανατολή, ο οποίος τυφλώθηκε ολοσχερώς. Ο Θεόδωρος προσέτρεξε με θερμή πίστη στο ναό του Αγίου, και εκείνος του χάρισε και πάλι το φως (η ανάμνηση του θαύματος αυτού πανηγυρίζεται στις 13 Ιουλίου). Αλλά και άλλοι γεύτηκαν και γεύονται την αγάπη και την αγαθοεργία του Αγίου. Αυτό μαρτυρούν και τα πολλά αφιερώματα στο ναό του.
Ο Άγιος Σπυρίδων φέρει επισήμως από την Εκκλησία μας το τίτλο Θαυματουργός. Τα πολυάριθμα αφιερώματα στο ναό του επιβεβαιώνουν αυτό το σημαντικό χάρισμα που έλαβε από το Θεό καθώς και το πλήθος των ναών που φέρουν το όνομά του σ’ όλη την Ορθοδοξία.
Είναι για όλους τους χριστιανούς ένας από τους πιο δημοφιλείς και αγαπητούς αγίους. Είναι της Τριμυθούντος η καλλονή και των Κερκυραίων ο σοφώτατος ιατρός, ο πνευματικός πατέρας και το στήριγμα.
Η παρουσία του ιερού Σπυρίδωνος στην Κέρκυρα επί 450 και πλέον έτη έχει διαμορφώσει ήθη και έθιμα, παρήγαγε και παράγει πνευματική κίνηση και μια διαχρονική πλούσια εκκλησιαστική και πολιτιστική παράδοση, σε σημείο που Κέρκυρα και Άγιος Σπυρίδων να αποτελούν  ένα αδιάρρηκτο δεσμό, μία ενιαία ταυτότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου